Τι πρέπει να ξέρετε για τη ρύθμιση των στεγαστικών δανείων – Τι θα κοιτάξουν οι τράπεζες

Με βάση τις εύλογες μηνιαίες δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών, οι τράπεζες θα μπορούν να καθορίζουν τους τρόπους ρύθμισης των δανείων των φυσικών προσώπων με υποχρεωτική ισχύ από το 2015. Με το νέο πλαίσιο γίνεται μία προσπάθεια να δοθούν λύσεις εξωδικαστικά, με τη συνεργασία των δύο μερών. Τα πιστωτικά ιδρύματα θα αξιολογούν τη συνολκή οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη, συμπεριλαμβανομένου των συνολικών χρεών (και προς Δημόσιο), ώστε να μπορεί να το αποπληρώνει.

Βασιζόμενοι στον Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών, ο οποίος υπεγράφη από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, θα υπάρχουν οι “μακροπρόθεσμες διευθετήσεις”, οι οποίες αφορούν διάστημα πέντε ετών. Επίσης, προβλέπεται πάγωμα μέρους της οφειλής, μείωση των τόκων ή ανταλλαγή με στεγαστικό δάνειο μικρότερης αξίας. Παράλληλα, θα υπάρχει διαχωρισμός ενυπόθηκου δανείου σε βιώσιμο δάνειο με εμπράγματη εξασφάλιση και υπόλοιπο του δανείου, στο οποίο δεν λογίζονται τόκοι έως μια μεταγενέστερη ημερομηνία αποπληρωμής.

Πιο αναλυτικά:

Οι δανειολήπτες θα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, αυτή του συνεργάσιμου και του μη συνεργάσιμου. Η πρώτη κατηγορία θα σημαίνει ότι θα γίνουν κινήσεις για από κοινού εξεύρεση λύσης και ρύθμισης, ενώ η δεύτερη θα προειδοποιείται από τους ειδικά εκπαιδευμένους υπαλλήλους ότι το πιστωτικό ίδρυμα θα προβεί σε λύσεις οριστικής διευθέτησης, μη δίνοντάς τους το δικαίωμα να χαρακτηριστούν συνεργάσιμοι. Επίσης, προβλέπεται η υποχρέωση κάθε πιστωτικού ιδρύματος να διαθέτει σε εμφανές σημείο κάθε καταστήματός του ενημερωτικό φυλλάδιο, αλλά και την αποστολή συστημένης, με βεβαίωση παραλαβής στον αποστολέα, προειδοποιητικής επιστολής.

Όπως προβλέπεται από τον κώδικα, θα υπάρχει διαχωρισμός των λύσεων σε βραχυπρόθεσμες, μακροπρόθεσμες και οριστικής διευθέτησης.

Η βραχυπρόθεσμη θα περιλαμβάνει: Μειωμένες τοκοχρεωλυτικές δόσεις κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης περιόδου, περίοδος χάριτος, αναβολή Πληρωμής Δόσης/Δόσεων, τακτοποίηση καθυστερούμενου υπολοίπου, κεφαλαιοποίηση καθυστερήσεων.

Η μακροχρόνια λύση ρύθμισης περιλαμβάνει: μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου, αλλαγή τύπου επιτοκίου (για παράδειγμα, από κυμαινόμενο σε σταθερό) και παράταση της διάρκειας αποπληρωμής.

Προβλέπεται, επίσης, διαχωρισμός ενυπόθηκου δανείου σε:

i. ένα βιώσιμο δάνειο με εμπράγματη εξασφάλιση, το οποίο ο δανειολήπτης αποπληρώνει, με βάση την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής,

και

ii. υπόλοιπο του δανείου, στο οποίο δεν λογίζονται τόκοι έως μια μεταγενέστερη ημερομηνία αποπληρωμής. Κατά την μεταγενέστερη αυτή ημερομηνία ή πριν από αυτήν, διενεργείται επαναξιολόγηση της ικανότητας αποπληρωμής. η οποία προσδιορίζεται είτε από την εκτιμώμενη βελτίωση της δυνατότητας αποπληρωμής του δανειολήπτη είτε από τα εκτιμώμενα έσοδα ρευστοποίησης εμπράγματης εξασφάλισης ή άλλου περιουσιακού στοιχείου με συντηρητικές παραδοχές.

Υπάρχει και η λύση της εθελοντικής Παράδοσης Ενυπόθηκου Ακινήτου, μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση. Δηλαδή, δίνεται το ακίνητο στην τράπεζα και μετά το νοικιάζεις για ελάχιστη χρονική διάρκεια που είναι συνήθως τα 5 χρόνια. Επίσης, περιλαμβάνει τη μεταβίβαση της κυριότητας του ακινήτου είτε στην τράπεζα είτε σε τρίτο. αποπληρώνοντας μέρος ή το σύνολο του δανείου.

Επίσης, περιλαμβάνει την ανταλλαγή με στεγαστικό δάνειο μικρότερης αξίας, δηλαδή ο δανειολήπτης που έχει υποθηκευμένη την κύρια κατοικία του ή την επαγγελματική του στέγη μπορεί να την πουλήσει αγοράζοντας νέα χαμηλότερης αξίας. Στους ενδεικτικούς τρόπους περιλαμβάνονται και η ολική ή μερική διαγραφή οφειλών αλλά χωρίς πρόσθετες επεξηγήσεις και οδηγίες, που ερμηνεύεται ότι θα παραμείνει «ενδεικτικός» και παράδειγμα προς αποφυγή αυτός ο τρόπος αφού ανήκει στις διακριτικές ευχέρειες των τραπεζών η επιλεκτική εφαρμογή τους.

Σημειώνεται ότι όπως έχει καθοριστεί, για έναν ενήλικα οι μηνιαίες δαπάνες διαβίωσης κυμαίνονται από 537 μέχρι 682 ευρώ. Για ένα ζευγάρι τα έξοδα που δικαιολογούνται ξεκινούν από 906 και φτάνουν μέχρι τα 1.160 ευρώ. Για δύο ενήλικες με ένα παιδί τα έξοδα είναι από 1.126 μέχρι 1.440 ευρώ. Για μια οικογένεια με δύο παιδιά οι “εύλογες” δαπάνες διαμορφώνονται από τα 1.347 ευρώ μέχρι τα 1.720 ευρώ. Στις βασικές δαπάνες είναι: διατροφή, ένδυση-υπόδηση, λειτουργικά έξοδα κατοικίας, μετακίνηση, επισκευή και συντήρηση επίπλων και οικιακού εξοπλισμού, είδη οικιακής κατανάλωσης και ατομικής φροντίδας, ενημέρωση και μόρφωση, υπηρεσίες τηλεφωνίας και ταχυδρομείων, είδη και υπηρεσίες υγείας (φάρμακα αλλά όχι ιδιωτικά νοσοκομεία), οι υπηρεσίες εκπαίδευσης (παιδικοί σταθμοί, φροντιστήρια, αλλά όχι ιδιωτικά σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), οι υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας (γηροκομεία, ιδρύματα και σχολεία για ΑΜΕΑ, βρεφονηπιακοί σταθμοί) και οι οικονομικές υπηρεσίες (αμοιβές φοροτεχνικών, συμβολαιογράφων, δικηγόρων).

Τα στάδια

Υπάρχουν πέντε στάδια για να γίνει η ρύθμιση των δανείων που έχουν τα φυσικά πρόσωπα από τις τράπεζες. Πρώτα θα πραγματοποιείται επικοινωνία με τον κάτοχο του δανείου, θα ακολουθεί η συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών από τον δανειολήπτη, ύστερα θα γίνεται η αξιολόγηση των οικονομιών στοιχείων του δανειολήπτη. Στη συνέχεια θα γίνεται η πρόταση κατάλληλης λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης και τέλος θα ακολουθεί η διαδικασία εξέτασης ενστάσεων.

Η τράπεζα στο στάδιο της αξιολόγησης στοιχείων θα εξετάζει, μεταξύ άλλων, την οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη, το συνολικό ύψος και τη φύση των χρεών του δανειολήπτη, τη τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη, ) το ιστορικό οικονομικής συμπεριφοράς και την προβλεπόμενη και αναμενόμενη ικανότητα αποπληρωμής, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο των «εύλογων δαπανών διαβίωσης». Ειδικότερα, στην περίπτωση που ο δανειολήπτης αποτελεί επιχείρηση (ανεξάρτητα από τη νομική μορφή αυτής) αξιολογούνται συμπληρωματικά και το το υποβαλλόμενο επιχειρηματικό σχέδιο ή σχέδιο αναδιάρθρωσης της επιχείρησης ή του ομίλου, η ίδια συμμετοχή των βασικών μετόχων στο χρηματοδοτικό πλάνο του επενδυτικού σχεδίου, οι προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου της επιχείρησης, οι όποιες εκτιμούμενες μελλοντικές ταμειακές ροές, οι οποίες συνηγορούν υπέρ της εκτίμησης ότι υφίσταται δυνατότητα εξυπηρέτησης του ανειλημμένου χρέους, οι παράγοντες κινδύνου του επιχειρηματικού σχεδίου, οι ενδεχόμενες επιπτώσεις στη δυνατότητα αποπληρωμής και τα πιθανά μέτρα αποφυγής αυτών των κινδύνων και των επιπτώσεών τους.

Μετά την ανωτέρω αξιολόγηση η Τράπεζα προτείνει, χωρίς αυτό να θεωρείται νέα υπηρεσία προς τον δανειολήπτη, μία ή περισσότερες εναλλακτικές λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης στον δανειολήπτη που καλύπτεται από τον Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών.

Κάθε ίδρυμα προβαίνει σε αξιολόγηση της αξίας τυχόν εμπράγματης εξασφάλισης (ή άλλου περιουσιακού/-ών στοιχείου/-ων του δανειολήπτη που θα μπορούσε/-αν να αποτελέσει/-ουν πρόσθετη/ες εξασφάλιση/-εις). Κάθε μία από τις εκτιμούμενες αξίες γνωστοποιείται γραπτώς στον δανειολήπτη, ταυτοχρόνως με την παρουσίαση της προτεινόμενης λύσης ρύθμισης/οριστικής διευθέτησης.

Σε περιπτώσεις πολλαπλών δανείων του ίδιου δανειολήπτη έναντι του ιδίου ιδρύματος (π.χ. επιχειρηματικού δανείου, στεγαστικού δανείου, δανείου με εξασφάλιση εμπορικό ακίνητο κλπ), το ίδρυμα οφείλει να εξετάζει την περίπτωση διαχωρισμού των στοιχείων των διαφόρων δανείων, της αξίας των αντίστοιχων εξασφαλίσεων και των χρηματοοικονομικών ροών, κατά τη διενέργεια της ανάλυσης, για τον προσδιορισμό της καταλληλότερης λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης.

Όπως προβλέπεται στο Στάδιο 2, την προτεινόμενη ή τις εναλλακτικά προτεινόμενες σε αυτόν λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης με το «Τυποποιημένο Έγγραφο Πρότασης Λύσεων Ρύθμισης ή Οριστικής Διευθέτησης», το οποίο παραδίδεται σε κατ’ ιδίαν συνάντηση με βεβαιωμένη παραλαβή από τον δανειολήπτη ή αποστέλλεται ταχυδρομικά με συστημένη επιστολή.

Το «Τυποποιημένο Έγγραφο Πρότασης Λύσεων Ρύθμισης ή Οριστικής

Διευθέτησης» περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τα εξής:

1 Την ένδειξη ότι αυτό συντάσσεται στο πλαίσιο των διατάξεων του Κώδικα.

2 Την ευκρινή ένδειξη ότι η συναίνεση του δανειολήπτη σε μία ή περισσότερες περιλαμβανόμενες σε αυτό λύσεις είναι εθελοντικού χαρακτήρα και ότι η συναίνεση του δανειολήπτη είναι απαραίτητη για οποιαδήποτε τροποποίηση των υφιστάμενων όρων και προϋποθέσεων.

3 Τεκμηρίωση της καταλληλότητας της προτεινόμενης/-ων λύσεων. Στην περίπτωση που προσφέρεται ως κατάλληλη μόνο λύση οριστικής διευθέτησης θα τεκμηριώνονται τα κριτήρια, βάσει των οποίων αποκλείστηκε η εξεύρεση κατάλληλης λύσης ρύθμισης.

4 Τεκμηριωμένη επεξήγηση των επιπτώσεων κάθε λύσης, όπως ανάλυση του είδους και του ύψους του κόστους, εξόδων και επιβαρύνσεων των παραπάνω εναλλακτικών, στο μέτρο που ευλόγως μπορεί να εκτιμηθούν, το υπόλοιπο οφειλής που τυχόν θα πρέπει να αποπληρωθεί και μετά την υλοποίηση των λύσεων αυτών, την πιθανή επίπτωση στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής διαβάθμισης του δανειολήπτη κ.ο.κ.

5 Ενημέρωση για το δικαίωμα του δανειολήπτη να αναζητήσει συμβουλή ανεξάρτητου επαγγελματία για την υποβοήθησή του στη λήψη απόφασης, εάν αυτός το κρίνει απαραίτητο.

6 Ενημέρωση για τη δυνατότητα του δανειολήπτη

(i) να παράσχει τη συναίνεσή του εντός εύλογης προθεσμίας, όχι μικρότερης των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών, στην προτεινόμενη ή σε μία από τις προτεινόμενες λύσεις ή

(ii) να αντιπροτείνει γραπτώς ή

(iii) να δηλώσει γραπτώς ότι αρνείται να συναινέσει με οποιαδήποτε πρόταση, εντός χρονικού διαστήματος όχι μικρότερου των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών.

7 Ενημέρωση για τα επόμενα βήματα ή και τις έννομες συνέπειες, σε κάθε μία εκ των περιπτώσεων ανωτέρω (όπως λ.χ. τυχόν άρση προστασίας της περιουσίας του, το χρονικό διάστημα μετά το οποίο μπορεί να κινηθούν οι διαδικασίες ρευστοποίησης εξασφαλίσεων κ.ο.κ.).

(θθ) Τα πλήρη στοιχεία των φορέων που παρέχουν συμβουλευτική υποστήριξη δυνάμει του Ν. 4224/2013 ή άλλων σχετικών διατάξεων της νομοθεσίας.

(ιι) Επισήμανση για τη σημασία της έγκαιρης ενημέρωσης του ιδρύματος σε περίπτωση που η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη μεταβληθεί.

(ι) Κατά την παρουσίαση της προτεινόμενης ή των εναλλακτικά προτεινόμενων λύσεων, κάθε ίδρυμα οφείλει:

(αα) Να παρέχει όσο το δυνατόν πιο τυποποιημένη και εύληπτη πληροφόρηση στον δανειολήπτη, προκειμένου αυτός να κατανοήσει την πρόταση ή και τις διαφορές τόσο μεταξύ των εναλλακτικά προτεινόμενων λύσεων, σε περίπτωση που υφίστανται περισσότερες από μία, όσο και μεταξύ των όρων αυτών και της υφιστάμενης δανειακής σύμβασης.

(ββ) Να ανταποκρίνεται στον δανειολήπτη, γραπτώς, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της τυχόν άρνησης συναίνεσής του, εκφράζοντας την προθυμία του να τον καλέσει, εκ νέου, προκειμένου να αξιολογηθούν άλλες λύσεις, εάν είναι εφικτό, ή εξηγώντας του τους λόγους, για τους οποίους τούτο δεν είναι εφικτό. Στην δεύτερη αυτή περίπτωση, γνωστοποιεί στον δανειολήπτη επιπροσθέτως τα εξής:

(i) Το δικαίωμα του δανειολήπτη να υποβάλλει ένσταση στην Επιτροπή Ενστάσεων του ιδρύματος εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών από την τελευταία ως άνω γνωστοποίηση εκ μέρους του ιδρύματος,

(ii) Το δικαίωμα του ιδρύματος να κινήσει νομική διαδικασία μετά το πέρας μτης διαδικασίας εξέτασης ενστάσεων.

(γγ) Να είναι δεκτικό σε σχόλια και ερωτήματα από τους δανειολήπτες και, σε περίπτωση που έχουν γίνει ακούσια λάθη στην αξιολόγηση από το ίδρυμα λόγω λανθασμένων στοιχείων ή παραδοχών, τότε το ίδρυμα οφείλει να αναθεωρήσει την αξιολόγησή του και να παρουσιάσει εκ νέου αναθεωρημένη λύση, γνωστοποιώντας στον δανειολήπτη το γεγονός αυτό καθώς και το στάδιο στο οποίο «παραπέμπεται» εκ νέου η περίπτωση του δανείου του (π.χ. επαναφορά στο στάδιο 4).

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΑ ΣΤΑΔΙΑ:

 

1. Στάδιο 1: Επικοινωνία με τον δανειολήπτη

Κάθε ίδρυμα επιδιώκει την όσο το δυνατόν πιο έγκαιρη επικοινωνία με τον δανειολήπτη, δηλαδή αμέσως μόλις παρουσιαστούν οι καθυστερήσεις ή παρατηρηθούν οποιεσδήποτε προειδοποιητικές ενδείξεις πιθανής καθυστέρησης.

(α) Επικοινωνία που αφορά δάνειο με ενδείξεις πιθανής καθυστέρησης

(αα) Δανειολήπτης, ο οποίος αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες ή έχει βάσιμες εκτιμήσεις ότι πρόκειται να αντιμετωπίσει οικονομικές δυσκολίες στο μέλλον και ο οποίος, ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, εκτιμά ότι πρόκειται να εισέλθει ή είναι πιθανόν να εισέλθει σε κατάσταση καθυστέρησης, δηλώνει εγγράφως στο ίδρυμα ότι επιθυμεί να ενταχθεί στις διατάξεις της Δ.Ε.Κ.

(ββ) Εφόσον το ίδρυμα έχει βάσιμες εκτιμήσεις ότι ο οφειλέτης αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες ή έχει βάσιμες εκτιμήσεις ότι πρόκειται να αντιμετωπίσει οικονομικές δυσκολίες στο μέλλον και ότι, ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, πρόκειται να εισέλθει ή είναι πιθανόν να εισέλθει σε κατάσταση καθυστέρησης, επιχειρεί επικοινωνία με τον δανειολήπτη συμβουλευτικού χαρακτήρα με επίκεντρο τη διερεύνηση των αιτιών που ανέκυψαν και μπορεί να οδηγήσουν σε καθυστερήσεις ώστε να εξετασθούν έγκαιρα τυχόν εναλλακτικές. Συνέχιση της επικοινωνίας, μέσω τηλεφώνου ή σε κατ’ ιδίαν συνάντηση, γίνεται εφόσον συναινέσει ο δανειολήπτης. Σε αντίθετη περίπτωση, η συνέχιση της επικοινωνίας με πρωτοβουλία του ιδρύματος μπορεί να γίνεται σε έγγραφη μορφή. Η επικοινωνία σε αυτό το στάδιο συνοδεύεται με αποστολή του Ενημερωτικού Φυλλαδίου της ενότητας Ε.2 ανωτέρω και καθορισμό του «Ειδικού Σημείου Επικοινωνίας» για τις περαιτέρω επαφές.

(β) Επικοινωνία που αφορά δάνειο σε αρχική καθυστέρηση

(αα) Σε περίπτωση μη ολοσχερούς καταβολής δόσης, σύμφωνα με το προσυμφωνημένο χρονοδιάγραμμα, το ίδρυμα οφείλει να προβεί στις ενέργειες της ανωτέρω ενότητας (α).

(ββ) Αν η καθυστέρηση υπερβεί τις τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες και επί πλέον παρέλθουν δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες χωρίς ο δανειολήπτης να ανταποκριθεί στην ειδοποίηση που έχει λάβει, το ίδρυμα οφείλει να αποστείλει γραπτή ειδοποίηση στον δανειολήπτη εντός των επόμενων δέκα (10) εργασίμων ημερών.

(γγ) Η γραπτή ειδοποίηση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής:

(i) Την ημερομηνία κατά την οποία η οφειλή περιέπεσε σε καθυστέρηση.

(ii) Τον αριθμό και το συνολικό ύψος των δόσεων (περιλαμβανομένων και των τμηματικών καταβολών) που είναι ληξιπρόθεσμες και το άληκτο υπόλοιπο της οφειλής.

(iii) Ενημέρωση για την ένταξη του δανειολήπτη στο πλαίσιο της Δ.Ε.Κ.

(iv) Το «Ειδικό Σημείο Επικοινωνίας» του ιδρύματος για τη διενέργεια των επαφών με τον δανειολήπτη, με τα πλήρη στοιχεία των αρμόδιων υπαλλήλων ή των τυχόν εξουσιοδοτημένων να ενεργούν για λογαριασμό του ιδρύματος προσώπων.

(v) Πλήρη επεξήγηση της έννοιας του συνεργάσιμου δανειολήπτη και τις επιπτώσεις της μη συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων:  τυχόν πρόσθετων οικονομικών επιβαρύνσεων,  της πιθανότητας το ίδρυμα να αξιολογήσει ως κατάλληλη λύση

μία λύση οριστικής διευθέτησης αντί λύσης ρύθμισης και προειδοποίησης για τυχόν λοιπές δυσμενείς νομικές συνέπειες που μπορεί να επιφέρει η κατηγοριοποίηση του δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου

(vi) Το «Ενημερωτικό Φυλλάδιο προς τους Δανειολήπτες με οικονομικές δυσχέρειες».

(δδ) Η γραπτή ειδοποίηση πρέπει να συνοδεύεται με απόδειξη παραλαβής της ειδοποίησης και τηλεφωνική κλήση για τον προγραμματισμό κατ’ ιδίαν συνάντησης, στην οποία και θα συμφωνηθεί η επόμενη ημερομηνία επικοινωνίας για τη στενή παρακολούθηση της κατάστασης.

(γ) Επικοινωνία μετά τις αρχικές καθυστερήσεις

(αα) Αν η καθυστέρηση έχει υπερβεί τις τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες και επιπλέον παρέλθουν

(i) δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες από την αποστολή της ως άνω γραπτής ειδοποίησης χωρίς ο δανειολήπτης να ανταποκριθεί ή

(ii) η τεθείσα προθεσμία για να συμφωνήσει με αρχικώς προταθείσα λύση ρύθμισης ή εναλλακτική αυτής ή

(ββ) αν η καθυστέρηση υπερβεί τις ενενήντα (90) ημερολογιακές ημέρες ή τρεις

(3) μηνιαίες δόσεις, ρυθμισμένου ήδη ή μη δανείου, δεν έχουν καταβληθεί ολοσχερώς, χωρίς παράλληλα να βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία με σκοπό τη συμφωνία εναλλακτικής λύσης ρύθμισης, παρά τις ειδοποιήσεις που έχουν σταλεί, με βάση τα παραπάνω, τότε το ίδρυμα οφείλει να αποστείλει εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών από το πέρας των παραπάνω προθεσμιών, προειδοποιητική επιστολή στον δανειολήπτη για την προοπτική και τις συνέπειες του χαρακτηρισμού του δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου. Στην προειδοποιητική επιστολή περιλαμβάνονται οι πληροφορίες που προβλέπονται στην παρ. 1 της ενότητας Ζ κατωτέρω.

(δ) Επικοινωνία με δανειολήπτες με καθυστερήσεις ήδη κατά τη θέση σε ισχύ του Κώδικα

Αν η καθυστέρηση υπερβαίνει ήδη τις τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες κατά τη θέση σε ισχύ του Κώδικα, αποστέλλεται η γραπτή ειδοποίηση της παρ. (β) και παρέχεται προθεσμία δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών στον δανειολήπτη να ενταχθεί στο στάδιο 2 της Δ.Ε.Κ. υποβάλλοντας την Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης στο ίδρυμα. Σε περίπτωση μη ανταπόκρισης, αποστέλλεται η προειδοποιητική επιστολή της ανωτέρω υποπαραγράφου (ββ).

2. Στάδιο 2: Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών από τον δανειολήπτη

(α)Το ίδρυμα οφείλει:

(αα) να παρέχει την Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης του Παραρτήματος 1, η οποία περιέχει τα ελάχιστα απαιτούμενα στοιχεία τόσο για τις δαπάνες διαβίωσης ώστε να συσχετισθούν με την έννοια των «ευλόγων δαπανών διαβίωσης» όσο και για την αξιολόγηση που πραγματοποιείται στο Στάδιο 3, με απόδειξη παραλαβής της,

(ββ) να προσφέρει καθοδήγηση για τη συμπλήρωσή της στο «Ειδικό Σημείο Επικοινωνίας», (γγ) να ενημερώνει τον δανειολήπτη για τους εξουσιοδοτημένους δυνάμει του Ν. 4224/2013 ή και άλλων σχετικών διατάξεων της νομοθεσίας δημόσιους φορείς, στους οποίους θα μπορούσε να αποταθεί για συμβουλευτική υποστήριξη,

(δδ) να ενημερώνει τον δανειολήπτη για την υποχρέωση γνωστοποίησης στο ίδρυμα των ζητούμενων πληροφοριών, με πλήρη ειλικρίνεια, εντός της προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών, προκειμένου ο δανειολήπτης να εξακολουθεί να θεωρείται ως συνεργάσιμος και

(εε) να ενημερώνει τον δανειολήπτη για την υποχρέωση γνωστοποίησης αμελλητί καταστάσεων έκτακτης ανάγκης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην υπ’ αριθμ. […] απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ή ουσιώδεις μεταβολές της οικονομικής του κατάστασης .

(β) Το ίδρυμα δύναται να απαιτεί από τον δανειολήπτη να παρέχει υποστηρικτικά στοιχεία/δικαιολογητικά προς επιβεβαίωση των πληροφοριών που περιέχονται στην Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης καθορίζοντας προθεσμία προσκόμισης αυτών ανάλογη του χρόνου που απαιτείται για την έκδοση ή διαθεσιμότητα τους .

(γ) Κάθε ίδρυμα μεριμνά για τη συλλογή επαρκούς, πλήρους και ακριβούς πληροφόρησης για τα οικονομικά δεδομένα του δανειολήπτη πέραν της ως άνω Κατάστασης, προκειμένου να αξιολογεί την οικονομική τους κατάσταση και την καταλληλότητα εναλλακτικών λύσεων ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης.

(δ) Το ίδρυμα οφείλει να εξηγήσει στον δανειολήπτη ότι η έγκαιρη υποβολή πλήρως και επακριβώς συμπληρωμένης Τυποποιημένης Κατάστασης Οικονομικής Πληροφόρησης αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την παρουσίαση κατάλληλης λύσης ρύθμισης

(ε) Στην περίπτωση δανείου με ενδείξεις πιθανής καθυστέρησης, το ίδρυμα δύναται να προτείνει στον δανειολήπτη τη συμπλήρωση της Τυποποιημένης Κατάστασης Οικονομικής Πληροφόρησης. Στην περίπτωση άρνησης εκ μέρους του δανειολήπτη να συμπληρώσει την Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης, ο δανειολήπτης δεν κατατάσσεται ως μη συνεργάσιμος για το σκοπό εφαρμογής του παρόντος Κώδικα.

(στ) Η πληροφόρηση θα φυλάσσεται από το ίδρυμα και σε ηλεκτρονική μορφή.

 

3. Στάδιο 3: Αξιολόγηση οικονομικών στοιχείων (α) Κάθε ίδρυμα αξιοποιεί τα υποβληθέντα από τον δανειολήπτη οικονομικά στοιχεία και κάθε διαθέσιμη από άλλες πηγές πληροφόρηση ώστε να αξιολογούνται, κατ’ ελάχιστον, τα εξής:

(αα) η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη,

(ββ) το συνολικό ύψος και τη φύση των χρεών του δανειολήπτη,

(γγ) η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη,

(δδ) το ιστορικό οικονομικής συμπεριφοράς του δανειολήπτη και,

(εε) η προβλεπόμενη και αναμενόμενη ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο των «εύλογων δαπανών διαβίωσης».

(β) Ειδικότερα, στην περίπτωση που ο δανειολήπτης αποτελεί επιχείρηση (ανεξάρτητα από τη νομική μορφή αυτής) αξιολογούνται συμπληρωματικά:

(αα) το υποβαλλόμενο επιχειρηματικό σχέδιο ή σχέδιο αναδιάρθρωσης της

επιχείρησης ή του ομίλου,

(ββ) η ίδια συμμετοχή των βασικών μετόχων στο χρηματοδοτικό πλάνο του επενδυτικού σχεδίου,

(γγ) οι προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου της επιχείρησης

(δδ) οι όποιες εκτιμούμενες μελλοντικές ταμειακές ροές, οι οποίες συνηγορούν υπέρ της εκτίμησης ότι υφίσταται δυνατότητα εξυπηρέτησης του ανειλημμένου χρέους,

(εε) οι παράγοντες κινδύνου του επιχειρηματικού σχεδίου, οι ενδεχόμενες επιπτώσεις στη δυνατότητα αποπληρωμής και τα πιθανά μέτρα αποφυγής αυτών των κινδύνων και των επιπτώσεών τους.

4. Στάδιο 4: Πρόταση κατάλληλης λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης

(α) Κάθε ίδρυμα προτείνει, χωρίς αυτό να θεωρείται νέα υπηρεσία προς τον δανειολήπτη, μετά την ανωτέρω αξιολόγηση μία ή περισσότερες εναλλακτικές λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης στον δανειολήπτη που καλύπτεται από τον παρόντα Κώδικα και θεωρείται συνεργάσιμος.

(β) Η αξιολόγηση πρέπει να βασίζεται σε καθορισμένα και διαφανή κριτήρια και διαδικασίες του ιδρύματος. Κάθε ίδρυμα γνωστοποιεί στον δανειολήπτη τυχόν πρόσθετα στοιχεία καθώς και βασικές παραμέτρους της μεθοδολογίας αξιολόγησης καταλληλότητας των λύσεων ρύθμισης.

(γ) Κάθε ίδρυμα καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια για να συνεργαστεί με τον δανειολήπτη καθ’ όλη τη διαδικασία αξιολόγησης προκειμένου να προσδιορίσει με ακρίβεια την ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη, με στόχο να καταλήξουν σε μια κατάλληλη λύση.

(δ) Κάθε ίδρυμα οφείλει να διενεργεί την αξιολόγησή του, λαμβάνοντας υπόψη τόσο ιστορικά στοιχεία όσο και ρεαλιστικές προβλέψεις. Για το σκοπό αυτό, το ίδρυμα οφείλει να εξηγεί στον δανειολήπτη τα πλεονεκτήματα και την αναγκαιότητα να παραμείνει συνεργάσιμος και να παρέχει σε εύθετο χρόνο, οποιαδήποτε συμπληρωματική πληροφόρηση είναι αναγκαία προκειμένου να μπορεί το ίδρυμα να αξιολογήσει και να επαληθεύσει τα προβλεπόμενα έσοδα και έξοδα του δανειολήπτη,καθώς και τα ελεύθερα επιβαρύνσεων περιουσιακά του στοιχεία.

(ε) Για την αξιολόγηση της καταλληλότητας λαμβάνονται υπόψη, σε κάθε περίπτωση η ανάγκη συμμόρφωσης προς τις ισχύουσες εποπτικές απαιτήσεις, καθώς και τις ειδικότερες για τη διαχείριση των καθυστερήσεων διατάξεις της ΠΕΕ [υπό έκδοση].

(στ) Κάθε ίδρυμα προβαίνει σε αξιολόγηση της αξίας τυχόν εμπράγματης εξασφάλισης (ή άλλου περιουσιακού/-ών στοιχείου/-ων του δανειολήπτη που θα μπορούσε/-αν να αποτελέσει/-ουν πρόσθετη/ες εξασφάλιση/-εις). Κάθε μία από τις εκτιμούμενες αξίες γνωστοποιείται γραπτώς στον δανειολήπτη, ταυτοχρόνως με την παρουσίαση της προτεινόμενης λύσης ρύθμισης/οριστικής διευθέτησης. Κατά τη γνωστοποίηση της πρόθεσής του να συναινέσει στην προτεινόμενη λύση, ο δανειολήπτης γνωστοποιεί ότι συμφωνεί με τις εκτιμώμενες ως άνω αξίες.

(ζ) Σε περιπτώσεις πολλαπλών δανείων του ίδιου δανειολήπτη έναντι του ιδίου ιδρύματος (π.χ. επιχειρηματικού δανείου, στεγαστικού δανείου, δανείου με εξασφάλιση εμπορικό ακίνητο κλπ), το ίδρυμα οφείλει να εξετάζει την περίπτωση διαχωρισμού των στοιχείων των διαφόρων δανείων, της αξίας των αντίστοιχων εξασφαλίσεων και των χρηματοοικονομικών ροών, κατά τη διενέργεια της ανάλυσης, για τον προσδιορισμό της καταλληλότερης λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης.

(η) Κάθε ίδρυμα παρουσιάζει στον συνεργάσιμο δανειολήπτη εντός προκαθορισμένου εύλογου χρόνου από τη λήψη των οικονομικών και άλλων πληροφοριών, όπως προβλέπεται στο Στάδιο 2, την προτεινόμενη ή τις εναλλακτικά προτεινόμενες σε αυτόν λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης (βλ. Ενδεικτικούς τύπους στο Παράρτημα 2) με το «Τυποποιημένο Έγγραφο Πρότασης Λύσεων Ρύθμισης ή Οριστικής Διευθέτησης», το οποίο παραδίδεται σε κατ’ ιδίαν συνάντηση με βεβαιωμένη παραλαβή από τον δανειολήπτη ή αποστέλλεται ταχυδρομικά με συστημένη επιστολή.

(θ) Το «Τυποποιημένο Έγγραφο Πρότασης Λύσεων Ρύθμισης ή Οριστικής Διευθέτησης» περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τα εξής:

(αα) Την ένδειξη ότι αυτό συντάσσεται στο πλαίσιο των διατάξεων του Κώδικα.

(ββ) Την ευκρινή ένδειξη ότι η συναίνεση του δανειολήπτη σε μία ή περισσότερες περιλαμβανόμενες σε αυτό λύσεις είναι εθελοντικού χαρακτήρα και ότι η συναίνεση του δανειολήπτη είναι απαραίτητη για οποιαδήποτε τροποποίηση των υφιστάμενων όρων και προϋποθέσεων.

(γγ) Τεκμηρίωση της καταλληλότητας της προτεινόμενης/-ων λύσεων. Στην περίπτωση που προσφέρεται ως κατάλληλη μόνο λύση οριστικής διευθέτησης θα τεκμηριώνονται τα κριτήρια, βάσει των οποίων αποκλείστηκε η εξεύρεση κατάλληλης λύσης ρύθμισης.

(δδ) Τεκμηριωμένη επεξήγηση των επιπτώσεων κάθε λύσης, όπως ανάλυση του είδους και του ύψους του κόστους, εξόδων και επιβαρύνσεων των παραπάνω εναλλακτικών, στο μέτρο που ευλόγως μπορεί να εκτιμηθούν, το υπόλοιπο οφειλής που τυχόν θα πρέπει να αποπληρωθεί και μετά την υλοποίηση των λύσεων αυτών, την πιθανή επίπτωση στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής διαβάθμισης του δανειολήπτη κ.ο.κ.

(εε) Ενημέρωση για το δικαίωμα του δανειολήπτη να αναζητήσει συμβουλή ανεξάρτητου επαγγελματία για την υποβοήθησή του στη λήψη απόφασης, εάν αυτός το κρίνει απαραίτητο.

(ζζ) Ενημέρωση για τη δυνατότητα του δανειολήπτη

(i) να παράσχει τη συναίνεσή του εντός εύλογης προθεσμίας, όχι μικρότερης των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών, στην προτεινόμενη ή σε μία από τις προτεινόμενες λύσεις ή

(ii) να αντιπροτείνει γραπτώς ή

(iii) να δηλώσει γραπτώς ότι αρνείται να συναινέσει με οποιαδήποτε πρόταση, εντός χρονικού διαστήματος όχι μικρότερου των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών.

(ηη) Ενημέρωση για τα επόμενα βήματα ή και τις έννομες συνέπειες, σε κάθε μία εκ των περιπτώσεων ανωτέρω (όπως λ.χ. τυχόν άρση προστασίας της περιουσίας του, το χρονικό διάστημα μετά το οποίο μπορεί να κινηθούν οι διαδικασίες ρευστοποίησης εξασφαλίσεων κ.ο.κ.).

(θθ) Τα πλήρη στοιχεία των φορέων που παρέχουν συμβουλευτική υποστήριξη δυνάμει του Ν. 4224/2013 ή άλλων σχετικών διατάξεων της νομοθεσίας.

(ιι) Επισήμανση για τη σημασία της έγκαιρης ενημέρωσης του ιδρύματος σε περίπτωση που η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη μεταβληθεί.

(ι) Κατά την παρουσίαση της προτεινόμενης ή των εναλλακτικά προτεινόμενων

λύσεων, κάθε ίδρυμα οφείλει:

(αα) Να παρέχει όσο το δυνατόν πιο τυποποιημένη και εύληπτη πληροφόρηση στον δανειολήπτη, προκειμένου αυτός να κατανοήσει την πρόταση ή και τις διαφορές τόσο μεταξύ των εναλλακτικά προτεινόμενων λύσεων, σε περίπτωση που υφίστανται περισσότερες από μία, όσο και μεταξύ των όρων αυτών και της υφιστάμενης δανειακής σύμβασης.

(ββ) Να ανταποκρίνεται στον δανειολήπτη, γραπτώς, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της τυχόν άρνησης συναίνεσής του, εκφράζοντας την προθυμία του να τον καλέσει, εκ νέου, προκειμένου να αξιολογηθούν άλλες λύσεις, εάν είναι εφικτό, ή εξηγώντας του τους λόγους, για τους οποίους τούτο δεν είναι εφικτό. Στην δεύτερη αυτή περίπτωση, γνωστοποιεί στον δανειολήπτη επιπροσθέτως τα εξής:

(i) Το δικαίωμα του δανειολήπτη να υποβάλλει ένσταση στην Επιτροπή Ενστάσεων του ιδρύματος εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών από την τελευταία ως άνω γνωστοποίηση εκ μέρους του ιδρύματος,

(ii) Το δικαίωμα του ιδρύματος να κινήσει νομική διαδικασία μετά το πέρας της διαδικασίας εξέτασης ενστάσεων.

(γγ) Να είναι δεκτικό σε σχόλια και ερωτήματα από τους δανειολήπτες και, σε περίπτωση που έχουν γίνει ακούσια λάθη στην αξιολόγηση από το ίδρυμα λόγω λανθασμένων στοιχείων ή παραδοχών, τότε το ίδρυμα οφείλει να αναθεωρήσει την αξιολόγησή του και να παρουσιάσει εκ νέου αναθεωρημένη λύση, γνωστοποιώντας στον δανειολήπτη το γεγονός αυτό καθώς και το στάδιο στο οποίο «παραπέμπεται» εκ νέου η περίπτωση του δανείου του (π.χ. επαναφορά στο στάδιο 4).

5. Στάδιο 5: Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων

Κάθε ίδρυμα οφείλει να καθορίζει με σαφήνεια τη Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων (Δ.Ε.Ε.) και να την γνωστοποιεί, δεόντως, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα, διασφαλίζοντας, επιπροσθέτως, σε κάθε δανειολήπτη που καλύπτεται από τον Κώδικα:

(α) άμεση και εύκολη πρόσβαση σε προκαθορισμένα σημεία επικοινωνίας με το προσωπικό που είναι επιφορτισμένο να εμπλέκεται στη «Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων»,

(β) τυποποιημένα Έγγραφα Ενστάσεων,

(γ) την με βεβαίωση παραλαβής παραλαβή των ενστάσεων και την διαβίβασή τους αμελλητί στην Επιτροπή Ενστάσεων και

(δ) την ενημέρωση για τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την εξέταση της ένστασης.

Η απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων αναφορικά με την ένσταση δεν δύναται να υπερβεί τους τρεις (3) μήνες, παρέχεται γραπτώς και είναι δεόντως αιτιολογημένη

Πηγή:www.newmoney.gr